Χολολιθίαση είναι η παρουσία λίθων (πετρών) στον αυλό της χοληδόχου κύστης ή των εξωηπατικών χοληφόρων. Πρόκειται για συχνή πάθηση, αφού πάσχει το 10% του πληθυσμού, αν και αυτό ποικίλλει από χώρα σε χώρα (π.χ. Χιλή 30%, Ελλάδα 5-6%).
Οι χολόλιθοι αναλόγα με τα συστατικά από τα οποία αποτελούνται χωρίζονται σε
Οι τελευταίοι αποτελούν και την πλειοψηφία (~80%).
Οι λίθοι σχηματίζονται σχεδόν πάντοτε εντός της χοληδόχου κύστεως και σπανιότατα στα ενδο- ή εξωηπατικά χοληφόρα. Ωστόσο οι λίθοι μπορούν στη συνέχεια να μετακινηθούν στα χοληφόρα αγγεία φράζοντάς τα.
Σημαντική αιτία για τη δημιουργία χολόλιθων αποτελεί παρατεταμένη παραμονή της χολής στη χοληδόχο κύστη (στάση), πράγμα που μπορεί να οφείλεται σε μειωμένη κινητικότητα των τοιχωμάτων της χοληδόχου κύστης (ανεπαρκείς συσπάσεις ή μειωμένη συχνότητα αυτών[1]
Άλλος ένας σημαντικός παράγοντας δημιουργίας λίθων είναι η ύπαρξη εστίας γύρω από τον οποίο θα σχηματιστεί ο λίθος. Τέτοια εστία μπορεί να είναι η βλέννη, συναθροίσεις βακτηριδίων, παράσιτα ή νεκρά κύτταρα.
Σημαντικότεροι προδιαθεσικοί παράγοντες αποτελούν:
Η Χολολιθίαση είναι συχνότερα ασυμπτωματική και μπορεί να ανευρεθεί τυχαία σε απεικονιστικό έλεγχο για άλλη αιτιολογία. Η εμφάνιση συμπτωμάτων είναι χαρακτηριστική και συνίσταται σε κωλικοειδές άλγος στο άνω δεξιό τμήμα της κοιλίας μετά από γεύμα (ιδιαίτερα λιπαρό). Η διάγνωση είναι εύκολη και αρκεί ένας υπερηχοτομογραφικός έλεγχος της κοιλίας για να αναδειχθούν οι χολόλιθοι.
Πιθανές επιπλοκές τις χολολιθίασης αποτελούν:
Η ασυμπτωματική χολολιθίαση δεν απαιτεί κάποιου είδους θεραπείας πέρα από συχνή υπερηχογραφική παρακολούθηση. Εξαίρεση αποτελούν οι ευμεγέθεις λίθοι (άνω των 2 εκ), οι πολλαπλοί λίθοι καθώς και αυτοί που εμφανίζουν «ύποπτα» χαρακτηριστικά στην εξέταση υπερήχου.
Ο χρυσός κανόνας στην αντιμετώπιση της συμπτωματικής χολολιθίασης την τελευταία 25ετία είναι πλέον η λαπαροσκοπική χολοκυστεκτομή
Αποτελεί την πλέον ενδεδειγμένη μέθοδος χειρουργικής αφαίρεσης της χοληδόχου κύστης. Η συγκεκριμένη τεχνική είναι ελάχιστα επεμβατική, εξαιρετικά ασφαλής και προσφέρει πολλαπλά οφέλη στον ασθενή. Σημαντικό πλεονέκτημα της μεθόδου είναι ότι μπορεί να εφαρμοστεί ακόμη και σε βαριές φλεγμονές της χοληδόχου κύστης αλλά και σε βαρέως πάσχοντες ασθενείς.
Η επέμβαση διενεργείται σε κάθε περίπτωση υπό γενική αναισθησία. Κατά τη διάρκεια της επέμβασης, πραγματοποιούνται πολύ μικρές οπές στο πρόσθιο μέρος του κοιλιακού τοιχώματος. Μέσω των τομών εισάγεται το λαπαροσκόπιο, το οποίο επιτρέπει στον χειρουργό να παρακολουθεί το εσωτερικό της κοιλιάς σε μεγεθυμένη εικόνα. Στη συνέχεια, η χοληδόχος κύστη απομακρύνεται με τη χρήση εξειδικευμένων εργαλείων.
Πέραν της συμπωματικής χολολιθίασης η λαπαροσκοπική χολοκυστεκτομή έχει ένδειξη και στις ακόλουθες καταστάσεις- επιπλοκές: οξεία χολοκυστίτιδα (για την ακρίβεια η οξεία χολοκυστίτιδα οφείλει να αντιμετωπίζεται χειρουργικά εντός 48 ωρών από την εμφάνιση των συμπτωμάτων και την εισαγωγή στο νοσοκομείο), χοληδοχολιθίαση, πολυποδίαση χοληδόχου κύστης (σε πολύποδες άνω του 1εκ λόγω κινδύνου κακοήθους εξαλλαγής) , αδενομυωμάτωση, ή και προληπτικά όπως σε περιπτώσεις χολολιθιασικής παγκρεατίτιδας.
Μετά το χειρουργείο ακολουθεί η γρήγορη σίτιση του ασθενούς (ελαφρά διατροφή μετά την 1η ημέρα), το εξιτήριο γίνεται την 2η ημέρα και η επάνοδος στις καθημερινές δραστηριότητες γίνεται πολύ γρήγορα.