Χειρουργικές παθήσεις παραθυρεοειδών αδένων

Χειρουργικές παθήσεις παραθυρεοειδών αδένων

Παραθυρεοειδείς Αδένες

Το σώμα διαθέτει τέσσερις παραθυρεοειδείς αδένες που βρίσκονται ακριβώς πίσω από τον θυρεοειδή αδένα χωρίς, ωστόσο, να έχουν κάποια σχέση με τη λειτουργία του θυρεοειδούς.

Οι παραθυρεοειδείς αδένες εκκρίνουν την παραθυρεοειδή ορμόνη (PTH), η οποία ελέγχει τα επίπεδα ασβεστίου στο αίμα. Είναι σημαντικό να διατηρούνται τα επίπεδα ασβεστίου στο αίμα υπό έλεγχο, διότι το ασβέστιο είναι απαραίτητο για τη σωστή λειτουργία των κυττάρων.

Όταν το επίπεδο ασβεστίου στο αίμα είναι πολύ υψηλό ή πολύ χαμηλό, αυτό μπορεί να έχει σοβαρή επίπτωση, ακόμα και στο σημείο του να είναι απειλητικό για τη ζωή.

Παθήσεις παραθυρεοειδών αδένων

Υπάρχουν τρεις βασικοί τύποι παθήσεων των παραθυρεοειδών αδένων:

  • Υπερπαραθυρεοειδισμός
  • Υποπαραθυρεοειδισμός
  • Καρκίνος παραθυρεοειδών

 

Υπερπαραθυρεοειδισμός;

Ως υπερπαραθυρεοειδισμός ορίζεται η υπερλειτουργία ενός ή περισσοτέρων παραθυρεοειδών. Πρακτικά παράγεται περισσότερη παραθυρεοειδής ορμόνη, με συνέπεια την αύξηση των επιπέδων ασβεστίου στο αίμα – μια κατάσταση που ονομάζεται υπερασβεστιαιμία.

Ο υπερπαραθυρεοειδισμός διαγιγνώσκεται συχνότερα σε άτομα ηλικίας 50 έως 60 ετών. Οι γυναίκες προσβάλλονται περίπου τρεις φορές συχνότερα από τους άνδρες.

Υπάρχουν τρεις μορφές υπερπαραθυρεοειδισμού.

Α) Πρωτοπαθής υπερπαραθυρεοειδισμός. Εμφανίζεται λόγω κάποιου προβλήματος με έναν ή περισσότερους παραθυρεοειδείς αδένες, όπως:

  • Παρουσία αδενώματος (καλοήθης όγκος) – η πιο συχνή αιτία
  • Η υπερπλασία δύο ή περισσότερων παραθυρεοειδών αδένων είναι επίσης κοινή αιτία
  • Παρουσία καρκίνου (κακοήθης όγκος) – σπάνια αιτία

Β) Δευτεροπαθής υπερπαραθυρεοειδισμός. Ο δευτερογενής υπερπαραθυρεοειδισμός προκαλείται ως συνέπεια άλλης πάθησης ή διαταραχής στον οργανισμό που οδηγεί σε μείωση την επιπέδων ασβεστίου, αναγκάζοντας τους παραθυρεοειδείς αδένες να αντισταθμίσουν το έλλειμμα ασβεστίου υπερλειτουργώντας. Οι κύριες αιτίες πρόκλησης που συμβάλλουν στο δευτεροπαθή υπερπαραθυρεοειδισμό είναι οι εξής:

  • Ανεπάρκεια ασβεστίου
  • Ανεπάρκεια βιταμίνης D
  • Χρόνια νεφρική ανεπάρκεια
  • Ηπατική κίρρωση

Τα συμπτώματα του δευτεροπαθούς υπερπαραθυρεοειδισμού οφείλονται στην υπερασβεστιαιμία (υψηλά επίπεδα ασβεστίου στο αίμα) και εμφανίζονται ανάλογα με την σοβαρότητα και την χρονιότητα της πάθησης

  • πέτρες στα νεφρά (νεφρολιθίαση)
  • καρδιακές αρρυθμίες
  • υψηλή αρτηριακή πίεση
  • μυϊκή αδυναμία
  • κούραση
  • αυξημένη ανάγκη για ύπνο
  • κατάθλιψη
  • πόνο στις αρθρώσεις και τα οστά
  • απώλεια όρεξης
  • ναυτία κι έμετο
  • δυσκοιλιότητα
  • σύγχυση ή μειωμένη σκέψη και μνήμη
  • αυξημένη δίψα και ούρηση

Γ) Τριτοπαθής υπερπαραθυρεοειδισμός, πολύ σπάνια μορφή, εμφανίζεται σε ασθενείς με μακροχρόνιο δευτεροπαθή υπερπαραθυρεοειδισμό οπού πλέον οι παραθυρεοειδείς λειτουργούν αυτόνομα ανεξάρτητα από τα επίπεδα ασβεστίου στο αίμα.

Υποπαραθυρεοειδισμός;

Ο υποπαραθυρεοειδισμός προκύπτει όταν οι παραθυρεοειδείς αδένες υπολειτουργούν παράγοντας λιγότερη έως καθόλου παραθορμόνη (PTH) με συνέπεια να διαμορφώνονται υπερβολικά χαμηλά επίπεδα ασβεστίου στο αίμα οδηγώντας στα αντίστοιχα συμπτώματα όπως οι κράμπες, οι μυϊκοί σπασμοί, η τετανία (χαρακτηριστική στάση του χεριού και των μυών του προσώπου). Συνηθέστερα προκαλείται μετά από χειρουργική επέμβαση θυρεοειδούς (ολική θυρεοειδεκτομή) ή μετά από ακτινοβολία στην περιοχή του τραχήλου. Μπορεί επίσης να συμβεί από κάποιο αυτοάνοσο νόσημα που πλήττει τους παραθυρεοειδείς. Η θεραπεία είναι κατά κύριο λόγο φαρμακευτική.

Διάγνωση παθήσεων παραθυρεοειδών αδένων

Ο ενδοκρινολόγος σε συνεργασία με τον πυρηνικό ιατρό και τον ακτινολόγο θα θέσουν την διάγνωση των παθήσεων των παραθυρεοειδών. Απαιτείται ένας συνδυασμός εργαστηριακών εξετάσεων (βιοχημικός έλεγχος όπου προσδιορίζονται τα επίπεδα παραθορμόνης και ασβεστίου στο αίμα) με απεικονιστικές εξετάσεις όπως:

  • Υπερηχογράφημα
  • Μαγνητική τομογραφία
  • Σπινθηρογράφημα θυρεοειδούς/παραθυρεοειδών

Χειρουργική αντιμετώπιση παθήσεων παραθυρεοειδών

Ανάλογα με τη σοβαρότητα της νόσου οι θεραπευτικές επιλογές μπορεί να είναι συντηρητικές (φαρμακευτική αγωγή, συμπληρώματα διατροφής και παρακολούθηση) ή μία χειρουργική επέμβαση, η οποία επιλύει οριστικά το πρόβλημα.

Η χειρουργική αντιμετώπιση αφορά στην αφαίρεση των προβληματικών παραθυρεοειδών αδένων με μια επέμβαση που ονομάζεται παραθυρεοειδεκτομή. H πιο συχνή αιτία παραθυρεοειδεκτομής είναι το αδένωμα στους παραθυρεοειδείς.

Η παραθυρεοειδεκτομή πραγματοποιείται με μια μικρή τομή στον τράχηλο. Ο παθολογικός παραθυρεοειδής αδένας αφαιρείται και αποστέλλεται για βιοψία (εάν υπάρχει η δυνατότητα προτιμάται και η ταχεία βιοψία κατά την διάρκεια του χειρουργείου). Βασικό είναι να προσδιορίζεται το επίπεδο παραθορμόνης στο αίμα πριν και μετά την αφαίρεση του αδένα, κάτι το οποίο πραγματοποιείται με την λήψη αίματος κατά την διάρκεια της επέμβασης από την φλέβα που βρίσκεται στον τράχηλο δίπλα στον αδένα. Η μεγάλη πτώση των επιπέδων της παραθορμόνης μετά την αφαίρεση του αδενώματος μας επιβεβαιώνει την διάγνωση.

Είναι μια ασφαλής επέμβαση με ελάχιστο εγχειρητικό τραύμα και μειωμένο κίνδυνο επιπλοκών. Μετά από σύντομη νοσηλεία μίας ημέρας ακολουθεί το εξιτήριο ενώ δεν υπάρχει κανένας περιορισμός στις καθημερινές δραστηριότητες.